Πώς η Αδελφή Μοναχή Θεονύμφη, κατά κόσμον Μαίρη Αλεξοπούλου, έχασε τη Δικαστική μάχη με τον οικείο Μητροπολίτη Μεσογαίας και μαζί το Ησυχαστήριο που είχε μετατρέψει με δικά της έξοδα τη βίλα της στο Κορωπί.
Η διαδρομή από τις μεγάλες πίστες ως την αφιέρωση στον Θεό με αιτία τον θάνατο της 18χρονης κόρης της.
Ο «Αντιεκκλησιαστικός» ρόλος των τεσσάρων Μοναχών από τη Γερμανία που εξόργισε τον οικείο Δεσπότη.
Εχασαν τη μάχη στο Συμβούλιο της Επικρατείας σύμφωνα με την Εφημερίδα <<Το Θέμα>> τόσο η Μοναχή Θεονύμφη, κατά κόσμον Μαίρη Αλεξοπούλου, η οποία μετά τον αιφνίδιο θάνατο της 18χρονης κόρης της σε τροχαίο αποφάσισε να μπει στις Τάξεις της Εκκλησίας, όσο και τέσσερις άλλες Μοναχές προερχόμενες από τη Γερμανία.
Η Μαίρη Αλεξοπούλου τις δεκαετίες του 60 και του 70 ήταν από τις πλέον ακριβοπληρωμένες Τραγουδίστριες στις μεγαλύτερες αθηναϊκές πίστες, («Δειλινά», «Αστέρια», «Παλιά Αθήνα», «Κάστρο», «Βράχος» κ.ά.), ενώ είχε την τύχη να ερμηνεύσει τραγούδια δίπλα σε μεγάλα ονόματα, όπως με τον Γιάννη Πουλόπουλο, τον Γιάννη Βογιατζή, την Μπέσσυ Αργυράκη, τον Ρόμπερτ Ουίλιαμς, αλλά και τον Γιώργο Κατσαρό, και πολλούς άλλους ακόμα Καλλιτέχνες της Εποχής εκείνης.
Ήταν Γέννημα θρέμμα του Περιστερίου και Πρωτότοκο παιδί μιας εξαμελούς οικογένειας. Η μητέρα της προερχόταν από Καλλιτεχνική οικογένεια, με εκείνη να παίζει από μικρή Μαντολίνο. Ο πατέρας της, Επίτροπος στην Ιερά Μητρόπολη Περιστερίου, με παλαιές αρχές, έστελνε τα παιδιά του στο Κατηχητικό και ήταν αντίθετος στο να ασχοληθεί η κόρη του είτε με το τραγούδι είτε με τον χορό, όπως ήθελε η ίδια.
Παρ’ όλα αυτά, κάποιοι φίλοι Μουσικοί του παππού της τον έπεισαν για το ταλέντο της στο τραγούδι.
Μάλιστα, ένας από αυτούς κέρδισε την εμπιστοσύνη του κι έτσι την πήρε μαζί του σε μια ορχήστρα που υπήρχε την Εποχή εκείνη στη «Χωριάτικη Ταβέρνα» της Εκάλης για να τραγουδάει, και το βράδυ, με τη συμφωνία φυσικά να τη γυρίζει πάντα ο ίδιος στο σπίτι της οικογένειάς της. Από εκεί και πέρα, σκαλί-σκαλί ανέβηκε τις Μουσικές Πίστες και το όνομά της συμπεριλήφθηκε μεταξύ των πρώτων στον Καλλιτεχνικό χώρο του πενταγράμμου, γραμμένο με μεγάλα και φωτεινά γράμματα στις μαρκίζες των κέντρων που τραγούδησε.
Οταν γνωρίστηκε με τον Μαέστρο Κώστα Κλάββα ξεκίνησε και η συνεργασία τους με τον πρώτο Δίσκο βινυλίου το 1966. Τον ίδιο χρόνο στο Φεστιβάλ Ελαφρού Τραγουδιού Θεσσαλονίκης κέρδισε το πρώτο Βραβείο με το τραγούδι το «Πανηγύρι», των Κλάββα και Μαυρομουστάκη.
Διακρίθηκε ακόμη σε Ευρωπαϊκό Φεστιβάλ στην Ισπανία και στο Φεστιβάλ της Μάλτας. Μέχρι τα 42 της χρόνια ζούσε μια ονειρεμένη ζωή.
Είχε παντρευτεί γνωστό Επιχειρηματία και είχε αποκτήσει δύο κόρες. Ο Γάμος της και η θαλπωρή της οικογένειας για κάποιο διάστημα την έκαναν να αφήσει πίσω την Καλλιτεχνική της διαδρομή, καθώς επέλεξε να μείνει έξω από τα φώτα της Δημοσιότητας. Ομως κάποιες οικονομικές Επιχειρηματικές αστοχίες του συζύγου της την οδήγησαν πάλι στις Πίστες.
Το δυστύχημα
Να όμως που η ζωή παίζει το δικό της παιχνίδι. Το 1984 ένα τραγικό γεγονός σημάδεψε καθοριστικά τη ζωή της και από τη μια στιγμή στην άλλη άλλαξαν τα πάντα για εκείνη. Δεν ήταν άλλο από τον αιφνίδιο θάνατο της 18χρονης κόρης της από τον πρώτο της Γάμο (ο πρώτος σύζυγός της είχε αποβιώσει), σε τροχαίο. Η κόρη της Κωνσταντίνα, σε ηλικία 18 χρόνων, λίγο προτού φύγει για να Σπουδάσει στο Εξωτερικό Πολιτικές Επιστήμες, ένα πρωί πήρε το αυτοκίνητό της από το σπίτι της οικογένειας για να πάει στην Κηφισιά, μια που εκεί διατηρούσαν μαγαζί με Υγιεινές Τροφές και η Τραγουδίστρια σκεφτόταν τότε να φτιάξει μια μεγάλη αλυσίδα τέτοιου είδους καταστημάτων, κάτι πολύ πρωτοποριακό για την Εποχή. Δυστυχώς το αυτοκίνητο της άτυχης κοπέλας στη στροφή της Αγίας Μαρίνας στο Κορωπί συγκρούστηκε με φορτηγό, το οποίο τη χτύπησε από την πλευρά του οδηγού, με αποτέλεσμα να επέλθει ακαριαία ο θάνατός της. Οπως η ίδια η Μαίρη Αλεξοπούλου είχε αφηγηθεί, την τραγική εκείνη βροχερή μέρα που έχασε την κόρη της άλλαξαν όλα στη ζωή της και αποφάσισε να στραφεί στον δρόμο του Θεού:
«Την ώρα του δυστυχήματος κοιμόμουν. Είδα στον ύπνο μου ότι άνοιξε ο ουρανός και έπεσε ο Σταυρός του Χριστού πάνω στο μέτωπό μου. Σηκώθηκα και με πονούσε το κεφάλι μου. Εκείνη την ώρα είδα τον κηπουρό μας και του είπα το όνειρο. Εκείνος απόρησε. Μου είπε ότι το παιδί δεν είχε πάει στο μαγαζί». Εγκατέλειψε τα φώτα της Δημοσιότητας οριστικά το 1986 και άρχισε να πηγαίνει στην Εκκλησία και δύο χρόνια αργότερα αποφάσισε να πάει να γίνει Μοναχή. Αρχικά έγινε Ρασοφόρα, ύστερα από τρία χρόνια Μεγαλόσχημη και μετά ήρθε η Ηγουμενική Ενθρόνισή της. Το 1992, με δικά της χρήματα δημιούργησε σιγά-σιγά το Ιερό Ησυχαστήριο της Κοιμήσεως της Θεοτόκου Λαμπρικών Κορωπίου στην Αττική.
Ουσιαστικά ήταν το ίδιο το σπίτι της. Το 1974 αγόρασε το οικόπεδο στο Κορωπί και στη συνέχεια έχτισε το σπίτι της. Μετά το τραγικό συμβάν της απώλειας της κόρης της και την Απόφασή της να ενταχθεί στις Τάξεις της Εκκλησίας, το μετέτρεψε σε Ησυχαστήριο.
Αρχικά έχτισε ένα μικρό Εκκλησάκι και στη συνέχεια μια μεγάλη Εκκλησία. Εκεί εξελίχθηκε σε Καθηγουμένη, Μοναχή Θεονύμφη. Μάλιστα, σύμφωνα με το Καταστατικό του Ησυχαστηρίου του έτους 1996, είναι ισόβια Ηγουμένη.
Πηγή: Εφημερίδα Το Θέμα
Views: 0