Νέα έκδοση: ”ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΔΩΚΟΥΝ ΖΩΗ”


ΓΙΑ ΝΑ ΜΕ ΔΩΚΟΥΝ ΖΩΗ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΟΥ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Ν. Γ. ΠΕΝΤΖΙΚΗ

Σχήμα: 14Χ21 / Σελ. 272 / ΤΙΜΗ: 14 € – ISBN: 978-960-619-062-9

Διαβάζοντας τό βιβλίο αὐτό ἀποκόμισα μεγάλη χαρά και ὠφέλεια.

Στήν ἀρχή μοῦ φάνηκε ὅτι ὑπῆρχε μιά κατάχρηση ἐκτενῶν παραθεμάτων τοῦ Πεντζίκη. Ὕστερα ὅμως εἶδα ὅτι ἡ παράθεσή τους ἦταν ἀναγκαία καί συγκεφαλαίωνε τόν Πεντζίκη – συγκεφαλαίωση εὐεργετική γιά τόν ἀναγνώστη, πού συχνά τόν χάνει ἀπό τά χέρια του, ὅπως χάνεται ὁ ὑδράργυρος.

Γιά μένα ἰδιαίτερα, πού καί ἡ μνήμη μου εἶναι ἀβαθέστατη καί ἀρκετό καιρό ἔχω νά πιάσω κάποιο βιβλίο του γιά νά τό ξαναδιαβάσω, αὐτή ἡ ἔξοχη κουρελού τῶν ἀποσπασμάτων μέ ἐφαίδρυνε.

Ποιά κρίση τώρα περιμένετε ἀπό ἕναν θεολογικά ἀναλφάβητο; Ἐκεῖνο πού ξέρω εἶναι ὅτι τό βιβλίο αὐτό εἶναι μιά ἑρμηνεία ἀπό αὐτές πού πολλοί ἀναγνῶστες προσδοκοῦσαν.

Τώρα τούς παρέχονται πολλά κλειδιά· δύσχωρα κείμενα τοῦ Πεντζίκη γίνονται βατά γιά οὐκ ὀλίγους, στούς ὁποίους συγκαταριθμοῦμαι κι ἐγώ.

Ν. Δ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ

________________________________________________________________________

Τό βιβλίο προλογίζει ὁ ὁμότιμος καθηγητής Θεολογίας του Α.Π.Θ. Ἀνέστης Γ. Κεσελόπουλος

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΡΟΛΟΓΟ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ:

Ὁ π. Ἐφραίμ Τριανταφυλλόπουλος, ἱεροκήρυκας και πρω­το­σύ­γκελλος στή Μητρόπολη Σισανίου καί Σιατίστης, ἦταν ὄχι μόνο ἐπιμελής μεταπτυχιακός μας φοιτητής ἀλλά καί πολύ καλός μελετητής τοῦ Πεντζίκη.

Τό βιβλίο αὐτό ὑποβλήθηκε στό Τμήμα Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ὡς διπλωματική ἐρ­γα­σία, πού βαθμολογήθηκε μέ ἄριστα καί ἐντυπωσίασε μέ τήν πα­ρου­σίαση τοῦ ἐκπονητῆ της. Ὁ π. Ἐφραίμ δέν διάβασε μόνο ὁλό­­κλη­ρο τό πεντζικικό ἔργο μήτε περιορίστηκε στήν ἐπιμε­λη­μένη ἀπο­δελτίωση καί καταγραφή του.

Θά τολμοῦσα νά πῶ ὅτι «μπῆκε στό πετσί» τοῦ Πεντζίκη. Αὐτό ποῦ μᾶς ἔγραψε ὑπερ­βαίνει κατά πολύ μιά ἀναγνωστική σχέση μέ τό Θεσσαλονικιό λογοτέχνη.

Ἀπο­δείχθηκε ἱκανός ἐρευνητής καί ἀναζητητής τῆς ἀλήθειας, γιατί αὐτό πού μᾶς προσφέρει μέ τήν ἐργασία αὐτή εἶναι κατά­θε­ση ἀλήθειας. Καί ξέρουμε ὅτι ἡ φανέρωση τῆς ἀλήθειας γεννᾶ πάντοτε ἔκπληξη χαρᾶς, πού διαλύει τήν πλήξη, τή θλίψη καί τή ζαλάδα πού ἀφήνει τό ἀφύσικο, τό φτιασιδωμένο καί τό ψεύτικο.

Ὅμως προϋπόθεση γιά τήν ἔκπληξη αὐτή εἶναι ἡ μετοχή στό φῶς τῆς Ἀλήθειας, πού εἶναι ὁ Χριστός. Καί στήν ἐργασία αὐτή μπορεῖ ὁ ἀναγνώστης νά κατανοήσει τήν ἐπιμονή τοῦ Πεντζίκη στόν συμβολισμό καί νά ἀναχθεῖ στό συμβολιζόμενο στό μέτρο καί τόν βαθμό τῆς σχέσης του μέ τό φῶς.

Γιατί δέν πρέ­πει νά μᾶς διαφεύγει τό γεγονός ὅτι ὁ Πεντζίκης περισσότερο ἀπό ὁτι­δήποτε ἄλλο ἦταν ὁ μετανοημένος ἄνθρωπος, πού ἀφάνισε τό ὁποιοδήποτε προσωπεῖο καί δέν δυσκολευόταν νά εὐτελίζει τόν ἑαυτό του καί νά φανερώνει τήν ἀποτυχία του. Πίστεψε βαθειά ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται ἀπό τίς ἱκανότητές του ἤ τίς κοινω­νι­κές ἐπιτυχίες του, ἀλλά ἀπό τή μετάνοια και τήν ἀγάπη του στόν Χριστό.

Ὡστόσο, ὅλα αὐτά στά κείμενα τοῦ Πεντζίκη συνήθως γρά­φο­νται κεκελυμμένα καί ἀποφατικά, «ἐν αἰνίγματι». Χρειάζονται «γεγυμνασμένα αἰσθητήρια» γιά νά ἀνιχνευθοῦν καί πνευματική ὄσφρηση γιά νά ἐντοπισθοῦν.

Ἔτσι δικαιώνεται ὁ κόπος τοῦ συγγραφέα αὐτοῦ τοῦ βιλίου, ἀφοῦ ὁ ἀναγνώστης ἀποζημιώνεται ὅταν κατανοήσει ὅτι ἡ ὑπέρβαση τοῦ θανάτου γίνεται ἁπτή πραγματικότητα μέσα ἀπό τή μετάνοια, τήν ἄσκηση, τόν πνευ­μα­τικό ἀγώνα καί τήν ἐνσυνείδητη μετοχή στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας.

Τότε καταλαβαίνει ὅτι ἡ μόνη ἀσφαλής διέξοδος ἀπό τήν κα­τά­στα­ση τοῦ θανάτου εἶναι ὁ θάνατος τῆς ἐγωπάθειας καί τοῦ ἀτομισμοῦ, ἐνῶ τότε νοιώθει οἰκεῖο καί φίλο Ἐκεῖνον πού νίκησε τόν θάνατο «θανάτῳ θάνατον πατήσας». Ἄν ὁ ἀναγνώστης φτάσει ἐκεῖ, θά εἶναι εὐγνώμων καί στόν πεζογράφο Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη ἀλλά καί στόν φιλόπονο π. Ἐφραίμ, πού μέ τό βιβλίο αὐτό τόν χειραγώγησε πρός τήν κατεύθυνση αὐτή.

______________________________________________________________________

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος

Μιά ὀρθόδοξη μαρτυρία

Εἰσαγωγή

ΠΕΖΟΓΡΑΦΩΝΤΑΣ ΚΑΙ ΖΩΓΡΑΦΙΖΟΝΤΑΣ

Λογοτεχνικό ἔργο, τεχνοτροπία, ἐπιρροές

Ζωγραφική καί ψηφαρίθμηση

Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΦΥΣΙΟΓΝΩΜΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΠΕΝΤΖΙΚΗ

Σύμβολα βιούμενα

Διαβάζοντας ὁ Πεντζίκης
(Ἡ ἐν ὑπομονῇ πρόσληψη)

Διαβάζοντας Πεντζίκη
(Οἱ «ὀντολογικές» δυσχέρειες)

ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ –
Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΑΓΩΝΑΣ ΣΤΟΝ ΠΕΝΤΖΙΚΗ

Ὁ παλαιός ἄνθρωπος

Ἄνθρωπος καινός

Η ΤΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

Ἡ ἐμπειρία μιᾶς ἄλλης ὀντολογικῆς κατάστασης

Ὁ λειτουργικός χρόνος στόν Πεντζίκη

Ἀπό τό λυκόφως τῶν ἰδεῶν στό λυκαυγές τῆς βασιλείας

Ἐπίλογος:

Ἡ ζωή ἐκ τοῦ τάφου ἀνέθορε – ἡ παρακαταθήκη
ἑνός βυζαντινοῦ τῶν ἡμερῶν μας.

Βιβλιογραφία

BIOΓΡΑΦΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Ὁ Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Ἐφραίμ Τριανταφυλλόπουλος γεννήθηκε στήν Ἀθήνα τό 1963. Σπούδασε στήν Παιδαγωγική Ἀκαδημία Τριπόλεως (1980-1982) καί κατόπιν εἰσήχθη στήν Πάντειο Ἀνώτατη Σχολή Πολιτικῶν Ἐπιστημῶν, ὅπου Σπούδασε Κοινωνιολογία (1982-1988).

Ἔκανε Μεταπτυχιακές Σπουδές στή Θεολογική Σχολή τοῦ Α.Π.Θ. (2006-2012), ἀπ’ ὅπου ἔλαβε Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Εἰδίκευσης (2009) καί Διδακτορικό Δίπλωμα (2012) στόν Τομέα Ἠθικῆς καί Κοινωνιολογίας. Ἀπόφοιτος τοῦ Γαλλικοῦ Ἰνστιτούτου Ἀθηνῶν (1984) καί Διπλωματοῦχος τῆς Αγγλικῆς (1977), ὁμιλεῖ τή Γαλλική Γλώσσα, τήν Αγγλική καθώς καί τήν Ισπανική.

Συγγραφέας ἀρκετῶν βιβλίων, ἐπιδίδεται τόσο στή συγγραφή, ὅσο καί στή μετάφραση. Ἀγαπᾶ τή λογοτεχνία, τήν ποίηση, τό καλό θέατρο καί τόν καλό κινηματογράφο. Γράφει καί μεταφράζει ἐπίσης ποίηση κυρίως χαϊκοῦ ἐρασιτεχνικά.
Ὑπηρετεῖ ὡς Πρωτοσύγκελλος στήν Ἱερά Μητρόπολη Σισανίου καί Σιατίστης, στήν ὁποία Διακονεῖ ἀνελλιπῶς ἀπό τό 1995.

Τόν Ὀκτώβριο τοῦ 2012, τοῦ ἀπενεμήθη ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη τό ὀφφίκιο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου.

_____________________________________________________________________________

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ:

• Κάποτε τοῦ προτάθηκε νά δεχθεῖ τή μοναχική κουρά καί ἀρνήθηκε θεωρώντας τόν ἑαυτό του ἁμαρτωλό, πού δέν δικαιοῦται νά παρουσιαστεῖ μπροστά στόν Θεό μέ τήν καθαρότητα, τή λαμπρότητα καί τήν παρρησία πού δίνει τό ἀγγελικό σχῆμα. Ἄλλωστε, ἄν γινόταν μοναχός, δέν θά μποροῦσε μέ αὐτή τήν ἰδιότητα νά ἐπαινεῖ τό Ἅγιον Ὄρος καί τούς μοναχούς. Σέ ἄλλη περίπτωση, ὅταν τόν ἐπαίνεσε δημόσια κάποιος ἁγιορείτης καθηγούμενος ὀνόμασε τόν ἑαυτό του ληστή πού κλέβει τήν καθαρότητά τους, τήν ὀμορφιά καί ἁγνότητα τοῦ μοναχικοῦ βίου. Ἔχει ὑπόψη του ὅτι οἱ ἄγγελοι καί οἱ ἅγιοι «λάμπουν ὡς ἀστέρες, ἀντλώντας τήν ὕπαρξή τους ἀπό τόν Ἥλιο τόν Νοητό» καί ὅτι «ἀποτελοῦν τή στέγη τοῦ οἰκοδομήματος τῆς Ἐκκλησίας, ὅπου μπορεῖ κανείς νά ἐνταχθεῖ ὄχι μόνον ἐντελῶς γυμνός, ἀλλά καί χωρίς κἄν πρόσωπο, δηλαδή ὥς τίποτα», συμμετέχοντας ἔτσι στό Θεανδρικό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι λοιπόν, τό τίποτά του, ἡ ταπείνωσή του, τό χαρακτηριστικό ἐκεῖνο πού τόν ἐντάσσει, τόν ἐμβολιάζει στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.

• Ἐν κατακλεῖδι βγαίνει τό συμπέρασμα, ὅτι παρόλες τίς ἰδιοτυπίες καί ἰδιορρυθμίες στή συμπεριφορά του, οἱ ὁποῖες ξένιζαν ἀκόμη καί κάποιους καλοπροαιρέτους, ὁ Πεντζίκης ἦταν τελικά ἕνα ταπεινό παιδί τοῦ Θεοῦ, γῆ ἀγαθή πού ἐπισκίασε ὁ Κύριος τῶν θλιμμένων, γῆ τῶν πατέρων καί μητέρων του πού πατάει πάνω της ὁ ἄνθρωπος ὁ σαλευόμενος τῶν ἐσχάτων καιρῶν, γιά νά παρηγορηθεῖ καί στηριχθεῖ. Ἀσχέτως ἄν ὁ ἐσωτερικός του μονόλογος καί ἡ ἐλευθεριότητα κάποτε τῆς ἀφήγησης ἔγιναν ὁρμητήρια σέ κάποιους, ἀνθρώπους μάλιστα τοῦ κόσμου τῶν γραμμάτων, νά τοῦ ἐπιτεθοῦν, ὁ ὀξύνους δυτικοθρεμμένος ἄνθρωπος πού ἀναζητεῖ παρηγοριά ἀπελπισμένος ἀπό τά περί εὐμαρείας καί εὐέχειν φληναφήματα τοῦ κόσμου, βρίσκει στήν ἀπύθμενη θάλασσα τῶν πεντζικικῶν κειμένων πλούσια κοιτάσματα, γιά νά χορτάσει τήν πεῖνα καί δίψα τῆς ψυχῆς του.

• Νοστιμότατο φαγητό ἀποτελεῖ ἡ φιλόκαλη αἰσθητική τοῦ Πεντζίκη καί κατ’ ἐπέκταση τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐξορίζοντας τήν αἴσθηση τοῦ κάλλους ἀπό τή ζωή τους οἱ πιστοί, μετατρέπουν τήν Ὀρθοδοξία σέ ἰδεολογικό οἰκοδόμημα ἀνορεξικῆς δομῆς καί τούς ἑαυτούς τους σέ προϊόντα ἑνός πολιτισμοῦ θυμάτων καί μιᾶς νοσηρῆς ἁμαρτιοφοβίας. Ἕνας ἀνέραστος χριστιανισμός εὐνουχισμένων ὑπάρξεων, ξένων πρός τόν Ὡραῖον κάλλει Ἰησοῦ.
Ἐμπειρίες κάλλους οἱ ἐμπειρίες τοῦ Πεντζίκη χαρισμένες σ’ αὐτόν ἀπό τή Φωσφορική Πέτρα τῆς Ἀγάπης. Διαβάζουμε: «Ὑπάρχουν περιπτώσεις, ὅπου ὁ ἔρως τοῦ οὐρανοῦ, μεταβάλλει τήν αἴσθηση τοῦ εἶναι σέ εἶδος δικτύωμα, ἀναπεπταμένο στόν ἄδειο ἀέρα, πρός περιστολή τοῦ πνεύματος, σέ ἕνα σύστημα κοιλότητες καί τρύπες, παρέτοιμες μέ τό πλῆθος των, νά ρουφήξουν τήν ὑγρότητα πάνω στήν ὁποία φέρεται ἡ δημιουργός πνοή». Τοῦτο θυμίζει καί τό ὁλοκληρωτικό δόσιμο τῶν ταπεινῶν σφουγγαριῶν στήν ὑγρότητα τῆς θάλασσας.

• Δέν τοῦ ἔλειπαν καί τά δάκρυα. Εἰδικότερα «ἀπό τόν Ὀκτώβριο τοῦ ’92 ὁ Πεντζίκης εἶχε ἀρχίσει μιάν ἄλλη ὁμιλία. Εἶχε ἀρχίσει μία ἄλλη περίοδος τελείας καθάρσεως καί προετοιμασίας. Ἐπί ὧρες πολλές σύντροφός του πλέον ἦταν ἡ τελεία σιωπή καί τά ἀείρρυτα δάκρυα ἀπό ἐκεῖνα τά παιδικά καί ξεπλυμένα ἀθῶα μάτια. Ὁ Πεντζίκης ἑτοιμαζόταν γιά τό μεγάλο ταξίδι: τό εἶχε καταλάβει πώς ἔφευγε καί αὐτό τό μυστικό του τό εἶχε ἐμπιστευθεῖ σέ ἕνα-δύο ἠγαπημένους».
Ἀλλοῦ γράφει: «Μέ τήν βοήθεια τῶν ἱερῶν μνημῶν, ὕφαινα… τήν ἀναπόληση τῶν γεγονότων τοῦ λήξαντος ἔτους… τίς κυμάνσεις τοῦ νοῦ κατά τήν πρό τοῦ ὕπνου προσευχή καί ἐπίκληση καί ἀσπασμό τῶν Ἱερῶν Εἰκονισμάτων, προσπαθώντας νά ἑτοιμάσω τήν στολή τοῦ Νυμφώνα τῆς Δόξης, πού χθές τό ἀπόγευμα αἰσθάνθηκα κατά κάποιο τρόπο νά φορᾶ τό σῶμα μου».
Γράφει κάποτε πιό ἀποκαλυπτικά: «Γιατί μιά στιγμή ὁ νοῦς θέλησε νά παραδεχτεῖ, πώς ὅσα λόγια εἶπα δέν εἶναι παραληρήματα, ἀλλά ὅτι ἐπαναλαμβάνω ὅσα μοῦ λέει ὁ Σύντροφός μου στό τίποτα, καί Κύριός μου». Ὄντως, σύντροφο ἔχουν τόν Κύριο τῶν πενήτων ὅλοι ἐκεῖνοι πού μέ ὅλη τους τήν καρδιά, παραδέχονται τό τίποτά τους. Τεταπεινωμένοι διά τοῦ Κυρίου, ἀνασαίνουν μέσα στό μηδενικό τῆς οὐδενίας τους.

• Οἱ αἰσθήσεις του συχνότατα ἦταν τεταμένες. Ἔδινε πολλή σημασία στήν ἀφή. Ἤθελε νά αἰσθάνεται καί διά τῆς ἀφῆς τίς ἅγιες εἰκόνες: «…ἔψαυε μέ τίς παλάμες τίς τοιχογραφίες στήν Καστοριά καί τή Θεσσαλονίκη. Ἔψαυε τήν δόξα τῶν ἁγίων εἰκόνων καί γιατί νά μήν ποῦμε πώς σάν τόν Ἰεζεκιήλ τῆς Μονῆς τοῦ ὁσίου Δαυΐδ τοῦ Λατόμου, ἀφουγκραζόταν τή χαρά τῶν ἁγίων πού χορεύουν γύρω στόν θρόνο τοῦ Χριστοῦ; Τοῦ δίδαξε ὁ ἅγιος Παλαμᾶς τή μυστική ἔννοια τῆς ἀφῆς γιά τήν προσευχή καί τή λατρεία».

Προσευχόταν νοερά συχνότατα: «Κάποτε, ὕστερα ἀπό πολλή προσευχή, αἰσθάνθηκε τό χέρι τῆς μακαρίτισσας τῆς μητέρας του νά τόν χαϊδεύη στήν καρδιά, καί ἡ καρδιά του νά σκιρτᾶ καί νά χορεύῃ, παρόμοιο αἴσθημα μέ αὐτό πού περιγράφει ὁ ἅγιος Νικόδημος, ὁ φίλος του ὁ ἁγιορείτης, γιά τό ἅλμα καρδίας στήν νοερά προσευχή».
Παρατίθεται ἐδῶ, τέλος, ἕνα ποίημά του ἀρκετά εὔγλωττο τῶν ὑπερβατικῶν καταστάσεων τίς ὁποῖες βίωνε ἡ ψυχή του:

«…γονατισμένος, μ’ εὐγνωμοσύνη εὐχαριστῶ.
Τό Φῶς ἀσπάζομαι γεμᾶτος σεβασμό.
Μέ νοιάζεται καί μέ φροντίζει εὐσπλαχνικά,
τό Φῶς ἀπό τά περιβόλια τῆς Ἄνοιξης,
μέ κρατᾶ καί δέν σφάλλουν τά βήματά μου.
Ἔρχεται, προχωρεῖ, μέ ἐγγίζει τό Φῶς».

Visits: 6


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Διαφημιστείτε στο Lavaron

Για να μάθετε περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ

Μετάβαση στο περιεχόμενο