Οι κορυφαίοι καθηγητές: Κωνσταντίνος Τσάτσος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Μανόλης Ανδρόνικος, Ιωάννης Κακριδής, Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Βασίλης Φίλιας, Απόστολος Βακαλόπουλος, Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος είναι μόνο κάποια ονόματα, από τα πολλά, που υπήρξαν συγγραφείς και υπεύθυνοι της ύλης της σειράς.
Η Ιστορία του Ελληνικού έθνους είναι έργο ενιαίο, γενικό και αδιάσπαστο από την αυγή του Ελληνισμού έως τον εικοστό αιώνα. Από την αρχή, την απώτερη ιστορία, διαμέσου των αρχαϊκών χρόνων, περνάει στους κορυφαίους αιώνες της κλασικής, αλεξανδρινής και ελληνιστικής εποχής, συνεχίζει στον χριστιανικό ελληνισμό της ακμής του Βυζαντίου, στους αιώνες του οθωμανικού ζυγού και στην εθνική αναγέννηση, περνώντας πλέον στη σύγχρονη εποχή.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε πως η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία του ελληνικού πολιτισμού. Ο ελληνικός χώρος υπήρξε μικρός, το πνεύμα του όμως τον κατέστησε κέντρο της Οικουμένης. Γιατί σε αυτόν τον τόπο καθιερώθηκε το πρωτείο του πνεύματος. Οι Ρωμαίοι κατέκτησαν τον ελληνικό γεωγραφικό χώρο αλλά το ελληνικό πνεύμα κατέκτησε την Ρώμη. Στους αιώνες της τουρκοκρατίας το ελληνικό πνεύμα ήταν αυτό που οδήγησε στον ξεσηκωμό του Γένους και οδήγησε στην ελληνική επανάσταση και στην ελευθερία του έθνους. Για τους ξένους λαούς η γνώση της ελληνικής ιστορίας αποτελεί μία άμεση επικοινωνία με τις ρίζες του πολιτισμού, με τη μακραίωνη συνέχεια και την πορεία του κόσμου. Επειδή πιστεύουμε ότι τίποτα δεν είναι αποκομμένο, αλλά ότι η ιστορία έχει παρελθόν, παρόν και μέλλον, θελήσαμε να παρουσιάσουμε αυτή τη συνέχεια με συνέπεια.
Από το Σάββατο 20 Φεβρουαρίου, με αφορμή την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική επανάσταση, τα Παραπολιτικά προσφέρουν σε όλους τους αναγνώστες το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών έργο «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», της Εκδοτικής Αθηνών, σε μια ανανεωμένη σειρά σκληρόδετων τόμων. Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους είναι ένα μεγαλειώδες και αξεπέραστο έργο, πολύπλευρο, πολυεδρικό, που δεν περιορίζεται στην καθιερωμένη εξιστόρηση των πολιτικών και των στρατιωτικών γεγονότων κάθε εποχής, αλλά συνθέτει μια καθολική εικόνα του Ελληνισμού διαμέσου των αιώνων. Οι τόμοι της σειράς, εκτός από τα εξαιρετικά κείμενα, εμπλουτίζονται με χιλιάδες εικόνες, πίνακες, προσωπογραφίες, χάρτες και γκραβούρες εποχής, από τα σπουδαιότερα ελληνικά και ξένα μουσεία του κόσμου. Η σειρά συνθέτει τα ιστορικά γεγονότα με την ερμηνεία τους, όπως επιβάλλει η επιστημονική έρευνα. Δεν είναι έργο ενός προσώπου ώστε να υπάρχει το μειονέκτημα της ατομικής θεώρησης. Είναι καρπός πολύμοχθης συλλογικής προσπάθειας από ειδικούς επιστήμονες κάθε κλάδου της Ιστορίας που έχουν ήδη δώσει την εξαιρετική προσφορά τους στην ιστορική έρευνα, στη συγγραφή, στη διδασκαλία από τις πανεπιστημιακές έδρες, έχουν αποδείξει την επιστημονική τους ακεραιότητα και το πνευματικό τους ήθος. Οι κορυφαίοι καθηγητές: Κωνσταντίνος Τσάτσος, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Μανόλης Ανδρόνικος, Ιωάννης Κακριδής, Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Βασίλης Φίλιας, Απόστολος Βακαλόπουλος, Αλέξανδρος Δεσποτόπουλος είναι μόνο κάποια ονόματα, από τα πολλά, που υπήρξαν συγγραφείς και υπεύθυνοι της ύλης της σειράς. Τριακόσιοι ακαδημαϊκοί, καθηγητές Πανεπιστημίου και άλλοι ειδικοί επιστήμονες, υπό την εποπτεία επιτροπής καταξιωμένων ανθρώπων του πνεύματος και με τη συμπαράσταση ειδικών συμβούλων για κάθε ιστορική περίοδο, αφοσιώθηκαν στη συγγραφή της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους.
Αυτό το Σάββατο αποκτήστε τον πρώτο σκληρόδετο τόμο της σειράς: Η Προϊστορία στον Ελλαδικό Χώρο. Η σκαπάνη των αρχαιολόγων θα ανακαλύψει ότι η δράση των ανθρώπων στην ελληνική γη έχει αρχίσει πριν από εκατό χιλιάδες χρόνια. Πανάρχαιοι πολιτισμοί που κρύβονταν στα σπλάχνα της ήρθαν στο φως. Ο ποταμός του Ελληνισμού πλαταίνει και βαθαίνει καθώς η Προϊστορία αναζητάει τις πηγές του στα βάθη της αρχαιότητας. Αυτή την αέναη πορεία του ανθρώπου στον ελληνικό χώρο παρακολουθεί η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους από τους πρώτους οικισμούς της εποχής του Λίθου έως σήμερα. Παρουσιάζει τη βεβαιωμένη με τεκμήρια συνέχεια του Ελληνισμού, την πολιτιστική του ενότητα και την εσωτερική συνοχή του βίου των ανθρώπων του ελληνικού εδάφους μέσα από πολλές δοκιμασίες, αλλαγές, επαναστάσεις και εθνικές περιπέτειες.
Το Σύνταγμα της Ελλάδας
Μαζί με τον πρώτο τόμο της Ιστορίας του Ελληνικού Έθνους, της Εκδοτικής Αθηνών τα Παραπολιτικά σας προσφέρουν αυτό το Σάββατο, το βιβλίο αναφοράς που δεν πρέπει να λείπει από κανένα σπίτι: «Το Σύνταγμα της Ελλάδας» όπως αναθεωρήθηκε με το Ψήφισμα της 25ης Νοεμβρίου 2019 της Θ΄ Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων. Ένα πολύτιμο εργαλείο κατανόησης του πολιτικού μας συστήματος, απαραίτητο εφόδιο για τη διαμόρφωση ελεύθερης και υπεύθυνης πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης. Το βιβλίο περιλαμβάνει εκτός από το κείμενο του αναθεωρημένου Συντάγματος και την σύνοψη της συνταγματικής ιστορίας.
Όπως αναφέρει και στον πρόλογο της έκδοσης ο ιστορικός Βαγγέλης Π. Κούμπουλης, «Το 2021 είναι μια χρονιά –ή θα μπορούσε να είναι μια χρονιά- εθνικής ανασκόπησης. Τα 200 χρόνια από την Επανάσταση μας καλούν να αναλογιστούμε ποιά ήταν η πορεία μας μέχρι σήμερα, πού τα καταφέραμε, πού αποτύχαμε, πού βαδίζουμε από εδώ και πέρα. Και φυσικά, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, καλούμαστε να «ξαναδούμε» και τη συνταγματική μας Ιστορία.
Το ερώτημα που τίθεται ίσως, είναι: αξίζει να νιώθουμε υπερήφανοι για την συνταγματική μας Ιστορία; Πάνω σε αυτό το ζήτημα, οι συνταγματολόγοι και οι ιστορικοί της ελληνικής συνταγματικής Ιστορίας, διχάζονται σε δύο απόψεις. […] Οι υποστηρικτές της πρώτης άποψης θα σταθούν ιδιαίτερα στον προοδευτικό χαρακτήρα που είχαν σε γενικές γραμμές τα συνταγματικά κείμενα της χώρας, το γεγονός ότι συχνά προηγούνταν της εποχής τους (όπως στην περίπτωση της καθιέρωσης της καθολικής ψηφοφορίας του 1844 ή στα συντάγματα του Αγώνα), καθώς και στο γεγονός πως, ακόμη και οι πλέον αυταρχικές και δικτατορικές κυβερνήσεις που γνώρισε ο τόπος, ακόμη και σε περιόδους που η εκτροπή ήταν ο κανόνας και όχι η εξαίρεση, είχαν την ανάγκη να περιβληθούν με το κύρος κάποιας συνταγματικής –ή έστω, «συνταγματικής»- νομιμότητας.
Από την άλλη πλευρά όμως, οι υποστηρικτές της δεύτερης άποψης θα επισημάνουν ότι, συχνά, με πρόσχημα τη διαφορετική ερμηνεία ή «ερμηνεία» του Συντάγματος είχαμε εκτροπές από τη δημοκρατική νομιμότητα, και δεν μιλάμε ασφαλώς για την περίοδο των δικτατοριών. Ότι επίσης, κατά τις περιόδους της βασιλευομένης δημοκρατίας υπήρχε διάσταση ανάμεσα στον ρόλο που, με βάση το Σύνταγμα, είχε να παίξει ο ανώτατο άρχων και σε εκείνον που ήθελε, εξωθεσμικά να έχει. Ότι στην εποχή της Αβασίλευτης Δημοκρατίας του Μεσοπολέμου, για παράδειγμα, το Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη, έπρεπε να υποβάλλει διαπιστευτήρια νομιμότητας και αναγνώρισης του πολιτεύματος, και δεν αρκούσε το γεγονός ότι κατείχε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία (ας σκεφτούμε απλώς πως, σήμερα, καλώς ή κακώς, από κανένα κόμμα του κοινοβουλίου δεν ζητείται πρώτα να υποβάλει τα δημοκρατικά του διαπιστευτήρια σεβασμού και μη αμφισβήτησης του πολιτεύματος, ακόμη κι αν το Καταστατικό του είναι προδήλως αντιδημοκρατικό) ή ότι στα χρόνια του Διχασμού οι κυβερνήσεις έπρεπε να απολαμβάνουν της εμπιστοσύνης της Αντάντ, και φυσικά, μετεμφυλιακά, κάθε κυβερνητική πλειοψηφία θα έπρεπε, για να μπορεί να κυβερνήσει, να έχει την εμπιστοσύνη του Θρόνου και του στρατού. Συνεπώς, πού καταλήγουμε; Ίσως θα είναι καλύτερα, μακριά από κάθε διάθεση αυτομαστιγώματος ή αυτοθέωσης, να δούμε τα πράγματα όπως έχουν. Αναμφίβολα, το γεγονός ότι από πολύ νωρίς, από τα πρώτα βήματα του νέου ελληνικού κράτους, επιδιώκουν οι Έλληνες τη θεσμική θωράκιση του πολιτεύματός τους, ακόμη κι αν δεν είναι σε θέση πάντοτε να κατανοούν πολλά από τα επιμέρους ζητήματα, είναι τουλάχιστον συγκινητικό όσο και ενδεικτικό μιας πολιτικής φιλοσοφίας.
Από την άλλη, το γεγονός ότι οι θεσμοί, όπως διαπιστώνουμε σχεδόν καθημερινά, χρησιμοποιούνται α λα καρτ, ανάλογα με το αν μας συμφέρει ή όχι, θα πρέπει να μας προβληματίσει. Για παράδειγμα, το 1915, οι βενιζελικοί εγκαλούν τον βασιλιά για τη διάλυση της Βουλής αλλά το 1910, ήταν ο ίδιος ο Ελευθέριος Βενιζέλος που από του βήματος της Βουλής αναγνώριζε το απεριόριστο δικαίωμα του θρόνου να διαλύει τη Βουλή, εφόσον εκείνος έκρινε ότι οι συνθήκες απαιτούσαν κάτι τέτοιο. Και πολλά άλλα, μέχρι και τις μέρες μας. Με δυο λόγια, οφείλουμε και πρέπει να είμαστε υπερήφανοι που η χώρα μας είναι μια χώρα «παραδόξως συνταγματική», με παράδοση στους θεσμούς, και που συχνά υπήρξε στην πρωτοπορία μέσα σε αυτά τα 200 χρόνια, πλην όμως, δε θα πρέπει να ξεχνάμε πως οι θεσμοί και τα συντάγματα, όσο καλά κι αν είναι και σε όποιο πνεύμα κι αν κινούνται, δεν έχουν την παραμικρή ισχύ, αν οι πολίτες δεν επιδεικνύουν, καθημερινά, με τις πράξεις τους, τον προσήκοντα σεβασμό. Άλλωστε, όπως ορίζει με απόλυτη σαφήνεια το ακροτελεύτιο άρθρο 120, παράγραφος 4 του Συντάγματος, η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία.
Views: 7